ρετορτομονάδα

ρετορτομονάδα
η, Ν
συν. στον πληθ. οι ρετορτομονάδες
ζωολ. τάξη μαστιγοφόρων πρωτοζώων με 2, 4 ή 6 μαστίγια, τα οποία είναι παράσιτα τών προνυμφών τών εντόμων ή ζουν στο έντερο τών τερμιτών, τών πουλιών, τών βατραχίων και ορισμένων θηλαστικών, καθώς και τού ανθρώπου.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”